Το έργο τελειώνει εβδομήντα χρόνια πριν από την εποχή που αρχίζει η “Μητέρα του σκύλου”. Στη βαθύτερη Ελλάδα, ορεινή δαιμονιακή περιοχή που δύο αιώνες τώρα δεν έχει ευλογηθεί με θαύμα, θα παρουσιαστεί ο Ελισσαίος. Βίαια χαρισματικός, με αγυρτείες και συνένοχο τη λαχτάρα του κόσμου, θα υψωθεί σε θαυματοφόρο άτομο. Ώσπου, χάρη σε μια μεγαλειώδη απάτη (που στήνει ο πλέον προσφιλής του), ο Ελισσαίος θα πραγματοποιήσει και αληθινό θαύμα. Και θα τρομάξει.
Η ανάγκη του ανθρώπου για θαύματα. Η απαίτησή του να θαυματουργήσει, ανταγωνιζόμενος τις ανώτερές του δυνάμεις. Οι θεοσεβείς γονείς, που θα αφήσουν το παιδί τους να πεθάνει για να τους το αναστήσει ο Ελισσαίος και έτσι να λάβουν δόξα. Το βαθύχρωμο, αγριεμένο, ελληνικό ασυνείδητο. Σκοτεινό, επαναστατικό και επαναστατημένο. Η ωραιότης αγρίων κατορθωμάτων, που τα επιθυμείς αλλά δεν τα αποτολμάς, η απαίτηση του Έλληνα να νικάει, να διεκδικεί ύψος και εύρος Θεού, σε ένα έργο που επιφανειακά μόνο έχει σχέση με θρησκείες. Η ελληνική δίψα όχι για την καθημερινή αλλά για τη “γιορτινή” πραγματικότητα. Το ελληνικό αίτημα, η ζωή έχει γίνει παραφορά, αλλιώς γίνεται βάρος.
Οφειλές: στον Όμηρο, στις ιστορίες για τον Παπουλάκη, στον Φώκνερ (μια φράση του έχει ενσωματωθεί στο έργο, να φυλάει το κείμενο). Τον τίτλο του βιβλίου τον οφείλω στην Καστοριά.
Π.Μ.
“Με τον “Παλαιό των ημερών”, μυθιστόρημα εξίσου εκθαμβωτικό με τη “Μητέρα του σκύλου”, επιβεβαιώνεται ότι ο Μάτεσις είναι ένας πολύ μεγάλος μυθιστοριογράφος…” (L. Liban, “L’ Express”, Παρίσι).
“… με τον “Παλαιό των ημερών”, σίγουρα θα ευφραινόταν ο ανατρεπτικός Γκόγια…” (M. Grodent, “Magazine des arts et Divertissements”, Βρυξέλλες).